Παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου πραγματοποιήθηκε το απόγευμα η ενθρόνιση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Γεωργίου στον Καθεδρικό Ναό Αποστόλου Βαρνάβα Λευκωσίας.
Παρέστησαν, επίσης, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης, η Πρόεδρος της Βουλής Αννίτα Δημητρίου, Μητροπολίτες της Κύπρου και του εξωτερικού, εκπρόσωποι όλων των Εκκλησιών και δογμάτων. Την Ελληνική Πολιτεία εκπροσώπησε η Υπουργός Παιδείας κ. Νίκη Κεραμέως. Τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο συνόδευαν ο Μητροπολιτης Φθιώτιδος κ. Συμεών και ο Αρχιδιάκονος Ιωάννης Μπούτσης.
«Αναλαμβάνετε τους Πρωθιεραρχικούς οίακας μιας εκ των ιστορικοτέρων Εκκλησιών του κόσμου, υπέρ της οποίας η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως με στοργή αγωνίστηκε, προστάτευσε και στήριξε, όπως θα συνεχίσει να το πράττει», ανέφερε σε μήνυμα του ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος απευθυνόμενος στο νέο Αρχιεπίσκοπο προσθέτει ότι «καλείσθε και εσείς να γίνετε φορέας αυτής της Παραδόσεως, αποδεδειγμένα, όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα και πράξεις, ως θεραπευτής της εκκλησιολογικά ορθής γνώμης της Ορθοδόξου Εκκλησίας, να δώσετε τον εαυτό σας στην Εκκλησία, στον κοινό αγώνα για την προστασία της πίστεως στην παρούσα εποχή, καθώς αυτή κλονίζεται, όχι τόσο λόγω των διαφορετικών δογματικών πεποιθήσεων, αλλά λόγω του “νέου δόγματος” του έθνους και της καινοφανούς εκκλησιολογίας της αιρέσεως του εθνοφυλετισμού».
Στη συνέχεια σημειώνει ότι «ο αγώνας μας είναι επίμονος και σοβαρός, καθώς όσοι έχουν κοσμικά συμφέροντα από μια τέτοια αλλοίωση προβάλλουν τις κινήσεις μας ως δήθεν ανορθόδοξους και εξαπατούν τους πιστούς χριστιανούς με τρόπο εντελώς συκοφαντικό και άδικο».
Στον χαιρετισμό του ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος τόνισε: «Με πολλή χαρά ταξιδέψαμε για να συμμετάσχουμε στην ακολουθία ανάληψης της Προεδρίας της Εκκλησίας, που παροικεί αδιάκοπα για 2.000 χρόνια στη Μεγαλόνησο. Αναλαμβάνετε αυτήν την εκκλησιαστική ευθύνη σε μία εποχή ιδιαιτέρως δύσκολη σε παγκόσμιο επίπεδο. Βεβαίως, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι τα ανθρώπινα πάντοτε, λιγότερο η περισσότερο, χαρακτηρίζονται από αστάθεια και ρευστότητα. Όμως, η ρευστότητα του σύγχρονου πολιτισμού με την ψηφιακή του πρόοδο δεν έχει προηγούμενο. Έχει δημιουργηθεί πλέον ένα νέο εκκοσμικευμένο κοσμοείδωλο, που δεν σχετίζεται με το λεγόμενο παραδοσιακό». Σημείωσε, επίσης, ότι «το κοσμοείδωλο αυτό επηρεάζει τα πάντα, και κυρίως την αντίληψή μας περί ανθρώπου. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί υποστηρίζουν ότι πλέον εισήλθαμε στην εποχή του «μετανθρώπου». Αυτή η ρευστότητα και μεταβλητότητα δεν αφήνουν ανεπηρέαστο και τον παραδοσιακό χριστιανικό τρόπο ζωής. Μία νέα διάχυτη θρησκευτικότητα διεκδικεί να εδραιωθεί. Νέες συνήθειες υιοθετούνται και από τους χριστιανούς».
Ο Αρχιεπίσκοπος ανέφερε, ακόμη: «Επιπλέον, έχετε να αντιμετωπίσετε και τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής του 1974, οι οποίες παραμένουν αθεράπευτες. Περπατώντας στα ίχνη των μεγάλων προκατόχων Σας, που τους χαρακτήριζε το γνήσιο εκκλησιαστικό ήθος και η φιλοπατρία, και βασιζόμενος στη χάρη του Τριαδικού Θεού, πιστεύω ακράδαντα ότι η διακονία Σας θα είναι κατά πάντα λυσιτελής και καρποφόρος, ιδιαιτέρως στα εκκλησιαστικά ζητήματα. Ζητήματα που αφορούν την ταυτότητα και την ενότητα της Εκκλησίας και που άπτονται του προορισμού και του νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης».
Επίσης, τον νέο Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Κύπρου προσφώνησαν ο Επίσκοπος Καρπασίας Χριστοφόρος, ο Μητροπολίτης Κιτίου κ. Νεκτάριος, ενώ αναγνώστηκε και επιστολή του Πάπα.
Στον ενθρονιστήριο λόγο του, μεταξύ άλλων, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου αναφέρθηκε στα μελλοντικά του σχέδια και θέλησε να κάνει σαφές ότι θα συνεχίσει το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας προς όποιους έχουν ανάγκη.
«Σ’ όσους δυσκολεύονται λόγω της οικονομικής ύφεσης να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της ζωής, σ’ όσους αδυνατούν να επιμεληθούν της υγείας τους, σ’ όσους απορούν να μορφώσουν τα παιδιά τους. Θα επεκταθεί και το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας. Οι εξαγγελίες για μέτρα εναντίον της υπογεννητικότητας, που συνιστά εθνικό πρόβλημα, και δημιουργίας φοιτητικών εστιών για στήριξη των απόρων φοιτητών τίθενται αμέσως σε εφαρμογή» τόνισε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε, ακόμη, ότι θα συνεχίσει να καταθέτει τη θέση της Εκκλησίας στα καίρια θέματα της έρευνας και της προόδου. Επίσης, εξέφρασε την ευαισθησία του στα θέματα της Παιδείας θεωρώντας πως είναι ουσιωδέστατο στοιχείο της ζωής και της επιβίωσης ενός λαού.
Σε άλλο σημείο ο ο 76ος Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου Γεώργιος υπογράμμισε: «Ο λόγος τώρα στην τάλαινα πατρίδα μας και στις βαρύτατες υποχρεώσεις μας απέναντι σ’ αυτήν. Είναι, όντως, ανεκδιήγητα τα δεινά της, παρόλο που την είπαν «Ολβίαν», ίσως κατ’ ευφημισμό. Πέρσες και Φοίνικες, Άραβες και Λατίνοι, Τούρκοι και Άγγλοι, άφησαν εμφανή στο σώμα της τα ίχνη της τυραννικής διέλευσής τους. Σήμερα διατρέχει τον έσχατο των κινδύνων, τον κίνδυνο του εκτουρκισμού. Σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς, που την πατρίδα μας κυκλώνουν «κύνες πολλοί» και «πονηρευομένων συναγωγή», επιβάλλεται η εγρήγορση όλων, ιδιαίτερα της Εκκλησίας. Μπορεί ο ρόλος της Εκκλησίας να είναι πρωτίστως πνευματικός, στην προκειμένη περίπτωση, όμως, δεν είναι μόνον η πατρίδα αλλά και η πίστη που διακυβεύονται. Και η Εκκλησία γνωρίζει πολύ καλά ότι «και τούτο έδει ποιήσαι, κακείνα μη αφιέναι» (Ματθ. 23, 23). Ποιος εξάλλου μπορεί να πείσει τον απλό Έλληνα ότι η πίστη του στον Χριστό χωρίζεται από την ταυτότητά του ως Έλληνα;
Προσωπικά τρέμω σε μιαν πιθανή μελλοντική κριτική που θα αποτιμούσε τη γενιά μας ως κατώτερη των περιστάσεων και ως μοιραία για την Κύπρο. Γι’ αυτό και μ’ όλες μας τις δυνάμεις θα πρέπει να αγωνιστούμε για ματαίωση των τουρκικών στόχων γύρω από την Κύπρο. Δεν είμαστε λαός νεοφερμένος στο προσκήνιο της Ιστορίας. Έχουμε μιαν ένδοξη ιστορική πορεία τρεισήμισι χιλιάδων ετών. Διαθέτουμε το βάθος ενός πολιτισμού χιλιετιών. Η Ελληνική Ιστορία, παρόλο που είναι μία και συνεχής, είτε την ενέπνεε το δόρυ της Παλλάδας είτε την οδηγούσε η ευλογία της Παναγίας και την προστάτευε ο Τίμιος Σταυρός, ταύτισε εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια τα βήματά της με την Ορθοδοξία. Η Ελληνική Ορθοδοξία λειτούργησε ως ασπίδα προστασίας, που διαφύλαξε την πολιτιστική και την εθνική ταυτότητα του κυπριακού λαού και δεν τον άφησε να αφομοιωθεί από τους κατακτητές του. Για μας τους Έλληνες της Κύπρου, σ’ όλους τους μακρούς αιώνες της δουλείας, η Ορθοδοξία ήταν κάτι παραπάνω από θρησκευτικό δόγμα. Ήταν το πνευματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκφραζόταν η εθνική μας συνείδηση, ολόκληρος ο κόσμος μας, που έκλεινε μέσα του το ένδοξο παρελθόν και τις ελπίδες της απολύτρωσης. Σήμερα που κινδυνεύουμε όσο ποτέ άλλοτε από την Τουρκική βουλιμία, η οποία δεν αποκρύβει τις επιδιώξεις της για κατάκτηση και τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου, η Εκκλησία δεν μπορεί να σταθεί στις κερκίδες απλός θεατής. Αν για να κρατήσει τον τόπο Ελληνικό, μέσα στους αιώνες της μαύρης σκλαβιάς, η Εκκλησία δεν λογάριασε θυσίες και αίματα, είναι δυνατόν να κωφεύσει σήμερα στον θρήνο των προγόνων μας και στην αγωνιώδη εκζήτηση βοήθειας των παιδιών της; Μπορεί να διαγράψει ή να παραβλέψει την κατοχή, την προσφυγιά, τους αγνοούμενους, την καταστροφή των ιερών και των οσίων μας;
Η Εκκλησία, φορέας και προασπιστής των αξιών της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της δημοκρατίας, δεν μπορεί να συναινέσει με κανένα τρόπο και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες στην αποδοχή λύσης που να μην προνοεί, για όλους τους νόμιμους κατοίκους της Κύπρου, σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών, που απολαμβάνουν όλοι οι Ευρωπαίοι και όλος ο ελεύθερος κόσμος. Δεν μας χωρίζει τίποτα με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Ζήσαμε και πριν μαζί ειρηνικά και μαζί θα ξαναζήσουμε στην κοινή μας πατρίδα. Ούτε και μας ενοχλεί η φωνή του μουεζίνη. Μας ενοχλεί, όμως, αφάνταστα, η παράνομη κατοχή και μας προκαλεί η βάναυση καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας από την Τουρκία, την κατοχική δύναμη».
0 Σχόλια